Παρασκευή 10 Απριλίου 2009

Μία απάντηση στην «Μακρόνησο» των Γιαννακάκη και Καραμπάτσου


Βγαίνει στους κινηματογράφους στις 9 Απριλίου η «Μακρόνησος» των Ηλία Γιαννακάκη και της Εύης Καραμπάτσου, που κέρδισε το Βραβείο Κοινού στο 49ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Μία ταινία που εν έτει 2008, προπαγανδίζει την άποψη των σταλινικών για τον συμμοριτοπόλεμο και την Μακρόνησο, χρηματοδοτούμενη δυστυχώς από το Υπουργείο Πολιτισμού της «Νέας Δημοκρατίας» και κατά συνέπεια από την τσέπη του Ελληνικού λαού.
Κατ’ αρχήν η βασική άποψη των δημιουργών της (κατασκευαστών θα ήταν η σωστή λέξη) είναι υπήρξε «κατά την διάρκεια της περιόδου 1947-1952, ένα «πρωτοποριακό» πείραμα που διεξαγόταν λίγο έξω από την Αθήνα. Σκοπός του πειράματος ήταν η ιδεολογική αναμόρφωση των κομμουνιστών. Περισσότεροι από 100.000 άνθρωποι υπέφεραν στο «Εθνικό Αναμορφωτήριο»». Στην ταινία δίνουν συνεντεύξεις από 4 κομμουνιστές καθώς και φίρμες της Αριστεράς, όπως η ηθοποιός Αλέκα Παΐζη και ο Λεωνίδας Κύρκος. Ενώ από την άλλη πλευρά παρουσιάζεται ο διευθυντής των φυλακών της Μακρονήσου.
Από την αρχή υπάρχει η περιγραφή της Μακρονήσου ως το «Νταχάου» της Ελλάδος, όπου οι αστυνομικοί που χαρακτηρίζονται «τσακάλια», έδερναν και «βασάνιζαν» τους κακόμοιρους αριστερούς. Ενώ κάπου αναφέρεται για μακελειό με οκτώ νεκρούς. Ή για κάποιον που κατάπιε γυαλί και δεν άφηνε τους στρατιωτικούς ιατρούς να τον βοηθήσουν. Τα πάντα χωρίς στοιχεία, παρά μόνο τα «ημερολόγια» των αριστερών.
Τι ήταν όμως πραγματικά η Μακρόνησος; Όπως λέει και ο επιζήσας διευθυντής των φυλακών της Μακρονήσου εκείνη την περίοδο που το Ελληνικό Έθνος πολεμούσε για την εδαφική ακεραιότητα του και την ελευθερία του, δεν μπορούσε να έχει φαινόμενα ανταρσίας, όπως στην Μέση Ανατολή. Έτσι αρχικά οι κομμουνιστές δεν εκαλούντο προς κατάταξη. Βέβαια οι κομμουνιστές διέφευγαν τις κακουχίες του στρατού και αφιερωνόταν αναπόσπαστοι στο εθνοδιαλυτικό τους έργο στις πόλεις και τα χωριά.
Όμως αυτό προκάλεσε τα παράπονα των εθνικοφρόνων και το φθινόπωρο του 1946 υπήρξε τροποποίηση του τρόπου στρατολογίας. Όμως έπρεπε να χωριστούν τα πρόβατα από τα ερίφια. Έτσι δημιουργήθηκε το 1947, το στρατόπεδο Μακρονήσου από τον υπουργό Στρατιωτικών Στράτο και τον Αρχηγό Επιτελείου αρχιστράτηγο Βεντήρη. Ενώ διοικήθηκε από τον συνταγματάρχη Μπαϊρακτάρη. Σκοπός του στρατοπέδου ήταν η επανελλήνιση όσων υπήρχε υποψία ότι ήταν κομμουνιστές ή κρυφοκομμουνιστές. Από τους 100.000 κομμουνιστές το 30% ανάνηψε και σχηματίστηκαν μονάδες Μακρονησιωτών, όπως το 596ο Τάγμα Πεζικού που πολέμησε ηρωικά στην Πελοπόννησο και τον Γράμμο το 1948.
Αυτή η επανελλήνιση γινόταν με εθνική διαφώτιση με εθνικά τραγούδια κ.λπ. Τι κακό υπάρχει σε αυτό; Όμως οι κομμουνιστές στασίαζαν και δημιουργούσαν προβλήματα, όπως έκαναν στην διάρκεια του πολέμου στην Μέση Ανατολή. Αυτό βέβαια δεν μπορούσε να περάσει έτσι και πολλές φορές οι στρατιώτες και οι αστυνομικοί τσάκιζαν τους κομμουνιστές, αλλά υπήρχε ρητή διαταγή να μην σκοτωθεί κανείς. Αυτό μπορεί σε πολλούς να μην αρέσει, αλλά όπως έγραφε ο Χριστόδουλος Τσιγάντες, αδελφός του ήρωα Ιωάννη Τσιγάντες και βενιζελικός αξιωματικός που επισκέφθηκε την Μακρόνησο: «Εναντίον αυτής της συνεχούς συνωμοσίας, οι στρατιωτικοί κανονισμοί είναι ανίσχυροι. Στην εσκεμμένη τρομοκρατία δεν μπορείς να αντιπαρατάξεις το Ευαγγέλιο».
Ενώ ο γνωστός αριστερός Τάκης Λαζαρίδης, συγγραφέας του «Ευτυχώς σύντροφοι ηττηθήκαμε» γράφει στον Μίκη Θεοδωράκη με αφορμή την περιβόητη φιέστα του 2003 στην Μακρόνησο: «Είναι πράγματι πρωτοφανείς οι αγριότητες που διέπραξαν οι αντίπαλοι μας στην Μακρόνησο. Όμως οι αγριότητες, Μίκη, είναι νόμος του Εμφυλίου. Και σε αγριότητες δεν υστερήσαμε κι εμείς. Ας θυμηθούμε τη Ελένη Γκατζογιάννη, τον Χρήστο Λαδά. Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι ποιος ευθύνεται για τις αγριότητες του Εμφυλίου, αλλά ποιος ευθύνεται για τον ίδιο το Εμφύλιο και συνεπώς και για τις αγριότητες του. Και οι μεγάλοι ένοχοι, Μίκη, είμαστε εμείς».
Όμως το ΚΚΕ δεν πολεμούσε «για τα ανώτερα ιδανικά της «ελευθερίας», της «δημοκρατίας» και του σοσιαλισμού», όπως έλεγε στους οπαδούς του. Αλλά μοναδικό του σκοπό είχε να εφαρμόσει την Συνθήκη του Πετριτσίου (Ιούλιος του 1943) και την 5η Ολομέλεια του ΚΚΕ (Φεβρουάριος του 1949) που μιλούσαν για αποσκίρτηση της Μακεδονίας και ένωση με την Γιουγκοσλαβία σε Ένωση Σοβιετικών Δημοκρατιών της Βαλκανικής. Ενώ η Θράκη θα παρεδίδετο στην Βουλγαρία. Αυτά για την εκλιπούσα Άννα Παϊζη που είχε το θράσος να πει ότι ο Εθνικός Στρατός δεν πολεμούσε για την Πατρίδα, αλλά για ξένα συμφέροντα.
Επίσης σύμφωνα με τον Γρηγόρη Φαράκο, ηγετικό στέλεχος ΚΚΕ σε μια συνέντευξη στον Ροβήρο Μανθούλη, οι αξιωματικοί της Μακρονήσου δεν ζητούσαν από τους αριστερούς να αρνηθούν τον Κομμουνισμό, αλλά μόνο την 5η Ολομέλεια του ΚΚΕ. Φυσικά οι περισσότεροι την αγνοούσαν και αρνούμενοι να «προδώσουν» το ΚΚΕ γινόταν αφελώς «μάρτυρες» προς χάριν του «κόμματος της προδοσίας και του εγκλήματος». Αυτό έδωσε το φωτοστέφανο στο ΚΚΕ, το οποίο ανενόχλητο αφιερώθηκε μεταπολεμικά στο ανθελληνικό έργο του και στις μπίζνες με τα ρούβλια της Μόσχας.
Υπ’ όψιν ότι η προσπάθεια της Μακρονήσου, που σύμφωνα με τον Μπαϊρακτάρη ήθελε «να συνδυάζει την στοργή της μητέρας με την αυστηρότητα του πατέρα», επαινέθηκε από τους δύο μεγάλους φιλοσόφους της Ελληνικής Δεξιάς: τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, υπουργό Στρατιωτικών το 1949 και τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, υπουργό Παιδείας. Ο πρώτος είχε δηλώσει: «Θεωρώ καθήκον μου να εξάρω την εμπνευσμένη πρωτοβουλία του προκατόχου μου υπουργού κ. Στράτου και του τότε Αρχηγού Επιτελείου αντιστράτηγου Γεώργιου Βεντήρη οι οποίοι εις πείσμα όλων των συκοφαντών και αντιδράσεων οργάνωσαν το υπέροχον αυτό σχολείον εθνικής μετάνοιας και αναβαπτίσεως των ασώτων υιών της Ελλάδος, ως και την διοικητική και εκπαιδευτική ικανότητα του αντισυνταγματάρχη κ Μπαϊρακτάρη και των αμέσων βοηθών του. Το έργον της Μακρονήσου αναγνωριζόμενον διεθνώς ως παράδειγμα και πρότυπον άξιον μιμήσεως εις όλας τας ελευθέρας χώρας του κόσμου αποτελεί τίτλο τιμής δι’ όσους οι οποίοι συνέβαλαν και συμβάλλουν εις την πραγματοποίηση του».
Ενώ ο δεύτερος θεωρούσε ότι: «Το έργο που συντελείται εκεί, όσον και αν έχει επαινεθή, δεν νομίζουμε ότι έχει κατανοηθεί εις όλην του την έκταση και δεν νομίζουμε ότι έχει βοηθηθεί όσον θα έπρεπε δια να αποδώσει περισσότερον από όσα αποδίδει. Χρειάζεται και υλική βοήθεια, χρειάζεται και βοήθεια ηθική, ιδία από μέρους της πνευματικής ηγεσίας του τόπου. Η Μακρόνησος είναι προ παντός ένα μεγάλο εκπαιδευτήριο και γυρεύει να στηριχθεί εις τον ορθόν λόγον. Ζητεί μίαν πνοήν ανθρωπιάς στοργής και φιλίας, τας οποίας καλούνται να δώσουν όσοι ορμεφύτως τας αισθάνονται δια τα παραστρατημένα παιδιά της Ελλάδος». Εδώ πρέπει να πούμε ότι ο Κανελλόπουλος ουδέποτε συνέκρινε την Μακρόνησο με τον Παρθενώνα, όπως ισχυρίζονται οι αριστεροί που θέλουν να λιβελλοποιούν αυτόν και την Δεξιά της εποχής. Εκείνο που πραγματικά είπε ήταν σε μια δήλωση προς τους ξένους δημοσιογράφους: «Η Ελλάς η οποία άλλοτε έδωσε στην ανθρωπότητα τον Παρθενώνα και την Άγια Σοφία, φιλοσόφους και ποιητές με παγκόσμια ακτινοβολία, βρέθηκε τώρα στην τραγική θέση τέκνα της να έχουν λάβει τα όπλα εναντίον της. Για να αντιμετωπίσει την δύσκολη αυτή κατάσταση λειτούργησε το στρατόπεδο». Όμως ένας Έλληνας δημοσιογράφος με φτωχές γνώσεις Αγγλικής δεν κατάλαβε το νόημα της φράσης και πίστεψε ότι ο Κανελλόπουλος ταύτισε την Μακρόνησο ... με τον Παρθενώνα! Όταν μεταπολιτευτικά επανήλθε το θέμα σε συζήτηση στους διαδρόμους της Βουλής, ο Κανελλόπουλος ανέβηκε στο βήμα και ερώτησε τους βουλευτές του ΚΚΕ, που οι περισσότεροι είχαν υπηρετήσει στην Μακρόνησο πότε τον άκουσαν να κάνει την σύγκριση Παρθενώνα και Μακρονήσου. Και εκείνοι δεν τόλμησαν να βγάλουν άχνα για το αιώνιο ψέμα που καλλιέργησαν.
Παρόλα αυτά η άποψη που περνά η «Μακρόνησος» είναι η κλασσική αριστερή άποψη περί Νταχάου της Ελλάδος. Ενώ όλα τα επίκαιρα της εποχής και οι δηλώσεις του διευθυντή των φυλακών που δείχνουν την εθνική άποψη παρουσιάζονται σαν να λένε ψέματα. Αυτό λοιπόν το ντοκιμαντέρ αριστερής προπαγάνδας χρηματοδοτήθηκε επί Νέας Δημοκρατίας από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και κατά συνέπεια από του Υπουργείο Πολιτισμού του Λιάπη. Γεγονός που δείχνει την πολιτική κατρακύλα της Κυβερνήσεως που προσκυνά την Αριστερά και προάγει την άποψη των εχθρών του Έθνους. Ενώ προσβάλλει την μνήμη όσων πολέμησαν για να παραμείνει η Ελλάδα ελεύθερη και δημοκρατική.
* ο Γιώργος Πισσαλίδης είναι κριτικός κινηματογράφου και αυτήν την περίοδο συγγράφει το βιβλίο «Ο Σύγχρονος Κινηματογράφος της Δεξιάς».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου